Word
|
|
Meaning
|
|
|
|||
1
|
τι
|
|
What - Tι θέλεις να φας;
|
2
|
το
|
|
the (neuter,
singular, nominative and accusative)
it (personal pronoun, neuter,
singular, accusative)
Το καλοκαίρι δεν δουλεύω.
|
3
|
ο
|
|
the (masculine, singular) - Ο αδελφός μου είναι φοιτητής.
|
4
|
η
|
|
the (feminine, singular) - Η αδελφή μου
είναι στη Ρώμη.
|
5
|
τον
|
|
the (masculine, singular,
nominative)
him (personal pronoun,
masculine, singular, accusative)
Επισκεύθηκα τον παππού
μου χθές.
Κοίταξέ τον! Πάλι χορεύει.
|
6
|
την
|
|
the (feminine,
singular, accusative)
her (personal
pronoun, feminine, singular, accusative)
Επισκεύθηκα τη(ν) γιαγιά μου χθές.
Άκουσέ την! Ξέρει τι λέει.
|
7
|
οι
|
|
the (masculine
and feminine, plural, nominative)
Οι φίλοι
μου μένουν στη Θεσσαλονίκη.
Οι φίλες
μου έρχονται αύριο.
|
8
|
τα
|
|
the (neuter, plural)
Τα
βιβλία είναι στο γραφείο σου.
|
9
|
των
|
|
of the (possessive case, masculine, feminine and neuter, plural)
Τα βιβλία των μαθητών είναι επάνω στα θρανία
|
10
|
μου
|
|
my / me (personal pronoun, singular, genitive)
Ο καφές μου είναι έτοιμος.
Μου λες
την αλήθεια;
|
11
|
σου
|
|
your / you (singular) – Ο καφές σου είναι έτοιμος.
Σου λέω αλήθεια.
|
12
|
του
|
|
of the (possessive
case, masculine and neuter singular)
his / him (personal pronoun masculine or neuter, genitive, singular)
Ο καφές του είναι έτοιμος. / Του
λέω την αλήθεια.
|
13
|
μας
|
|
our / us - Το σπίτι μας είναι στην παραλία.
Κοίταξέ μας! Εδώ είμαστε.
|
14
|
σας
|
|
your / you (plural) - Το σπίτι σας
είναι πολύ όμορφο.
Σας
παρακαλώ, περάστε!
|
15
|
τους
|
|
their / them - Το σπίτι τους
είναι στην παραλία.
Κοίταξέ τους! Τι ωραίο ζευγάρι!
|
16
|
εγώ
|
|
I – Εγώ του είπα να έλθει. (εμφατικό)
|
17
|
εσύ
|
|
You – Εσύ να καθίσεις ήσυχος. (εμφατικό)
|
18
|
εμείς
|
|
We – Εμείς δεν συχνάζουμε σε κλάμπ. (εμφατικό)
|
19
|
(ε)μένα
|
|
me (personal pronoun, singular, accusative)
Εμένα δεν με κάλεσαν.
|
20
|
(ε)σένα
|
|
you (personal pronoun, singular,
accusative)
Εσένα δεν σε κάλεσαν;
|
21
|
ένας
|
|
a / one (masculine, singular, nominative)
Ένας νεαρός σε ζητούσε.
|
22
|
ένα(ν)
|
|
a / one (masculine, singular, accusative)
Είδα ένα(ν) νεαρό που έψαχνε κάτι.
|
23
|
μία
|
|
a / one (feminine, singular, nominative
and accusative)
Ήλθε μια συμμαθήτριά
σου.
|
24
|
ένα
|
|
a / one (neuter,
singular, nominative and accusative)
Ένα
κοριτσάκι έψαχνε τη μαμά της.
|
25
|
πολύ
|
|
very / much / a lot - Χαίρω πολύ.
|
26
|
να
|
|
to (particle) - Να το πού με στη Μαρία. /
Με παρακάλεσε να στο πω. /Θέλω να πάω
στην αγορά.
|
27
|
δε(ν)
|
|
not – Δεν είναι και πολύ ευχάριστος
άνθρωπος ο Γιάννης.
|
28
|
μην
|
|
do not – Μην κάνεις ανοησίες.
|
29
|
και (κι)
|
|
And – Κι εγώ και η Μαρία
περάσαμε τις εξετάσεις. (έμφαση)
|
30
|
με
|
|
with / me (personal
pronoun, singular, accusative)
Πήγα σινεμά με την
Άννα. / Κοίταξέ με!
|
31
|
από
|
|
from – Από το πρωί ως το βράδυ δουλεύεις.
|
32
|
για
|
|
for – Πρέπει να μιλήσουμε για το παιδί.
|
33
|
μα
|
|
but – Μου τηλεφώνησε μα δεν του
απάντησα.
|
34
|
ναι
|
|
yes – Ναι, το ξέρω ότι θέλεις να έρθεις.
|
35
|
όχι
|
|
no – Όχι, δεν είναι κατάλληλη η
στιγμή για εξομολογήσεις.
|
36
|
στον
|
|
in, at, to (masculine,
singular, accusative)
Η Άννα ζει στον Βόλο.
|
37
|
στο
|
|
in, at, to (neuter,
singular, accusative)
Θα πάω στο σχολείο νωρίς αύριο.
|
38
|
στη
|
|
in, at, to (feminine,
singular, accusative)
Να πείς την αλήθεια στη
δασκάλα σου.
|
39
|
στους
|
|
in, at, to (masculine,
plural, accusative)
Θέλω να κάνω το τραπέζι στους
φίλους μου.
|
40
|
στα
|
|
in, at, to, on (neuter,
plural, accusative)
Μην γράφετε στα θρανία σας.
|
41
|
στις
|
|
in, at, to, on (feminine,
plural, accusative)
Θα τον συναντήσω στις 6 το απόγευμα.
|
42
|
στου
|
|
at, on, (masculine
and neuter, singular, genitive)
Θα σε δω στου Γιώργου.
|
43
|
αυτός ο
|
|
this (demonstrative
pronoun, masculine, singular, nominative)
Αυτός ο θόρυβος με έχει τρελάνει.
|
44
|
αυτή η
|
|
this (demonstrative
pronoun, feminine, singular, nominative)
Αυτή η γυναίκα δεν έχει την αίσθηση του μέτρου.
|
45
|
αυτό το
|
|
this (demonstrative
pronoun, neuter, singular, nominative and accusative)
Που το βρήκες αυτό το ποδήλατο;
|
46
|
αυτοί οι
|
|
these (demonstrative pronoun, masculine, plural, nominative)
Αυτοί οι τοίχοι θέλουν βάψιμο.
|
47
|
αυτές οι
|
|
these (demonstrative pronoun, feminine, plural, nominative)
Αυτές οι καρέκλες είναι αντίκες.
|
48
|
αυτά τα
|
|
these (demonstrative pronoun, neuter, plural, nominative and
accusative)
Αυτά τα παιδιά δεν έχουν τρόπους.
|
49
|
αυτούς τους
|
|
these (demonstrative
pronoun, masculine, plural, accusative)
Δεν θέλω να καλέσω αυτούς τους
ανθρώπους.
|
50
|
έλα
|
|
come – Έλα μαζί μας.
|
51
|
χωρίς
|
|
without – Δεν μπορώ να πάω διακοπές χωρίς αυτοκίνητο.
|
52
|
είναι
|
|
is / are – Είναι σπίτι η Άννα; - Που
είναι το παλτό μου;
|
53
|
ήταν
|
|
was / were – Ήταν καλός άνθρωπος η γιαγιά μου.
|
54
|
θα
|
|
will – Πότε θα παντρευτεί η Ελπίδα;
|
55
|
ότι
|
|
that (conjunction) – Μου είπε ότι είναι Ιταλός.
|
56
|
πως
|
|
that (conjunction) – Μου είπε πως θα γυρίσει σπίτι του αύριο.
|
57
|
πώς
|
|
how-what–
Πώς σε λένε;
|
58
|
που
|
|
who / which / that (relative pronoun)
Το βιβλίο που αγόρασα δεν είναι τόσο
ενδιαφέρον.
|
59
|
πού
|
|
where – Πού ζεις;
|
60
|
πότε
|
|
when – Πότε έρχεσαι;
|
61
|
γιατί
|
|
why / because – Γιατί φεύγεις από τώρα; / Γιατί έχω διάβασμα.
|
62
|
ποτέ
|
|
never – Δεν πηγαίνω ποτέ για ψάρεμα.
|
63
|
ξανά
|
|
again – Δεν θέλω να πάω ξανά σε αυτό το
σπίτι.
|
64
|
έχω
|
|
I have – Έχω μάθημα στις 3. / Δεν έχω ποδήλατο.
|
65
|
όλος ο
|
|
all (masculine,
singular, nominative)
Όλος o κόσμος
ξέρει τι έχει συμβεί.
|
66
|
όλη η
|
|
all (feminine,
singular, nominative)
Όλη η πλατεία ήταν γεμάτη μπαλόνια.
|
67
|
όλο το
|
|
all (neuter,
singular, nominative and accusative)
Όλο το πρωί έγραφα γράμματα.
|
68
|
όλοι οι
|
|
all (masculine,
plural, nominative) –
Όλοι οι πίνακες σε αυτήν την αίθουσα είναι μεγάλης αξίας.
|
69
|
όλες οι
|
|
All (feminine,
plural, nominative)
Όλες οι ταινίες του Χίτσκοκ είναι τρομαχτικές.
|
70
|
όλα τα
|
|
all (neuter,
plural, nominative and accusative)
Πρέπει να βάλεις όλα τα βιβλία στα ράφια.
|
71
|
όλο τον
|
|
all (masculine, singular accusative)
Όλο τον Αύγουστο
θα είμαστε στα νησιά.
|
72
|
όλη την
|
|
all (feminine, singular, accusative)
Θα δουλεύω απόγευμα όλη την
επόμενη εβδομάδα.
|
73
|
όλους τους
|
|
all (masculine, plural, accusative)
Θα καλέσουμε όλους τους φίλους μας στο πάρτυ.
|
74
|
όλες τις
|
|
all (feminine, plural, accusative)
Θα αγοράσεις όλες αυτές τις τσάντες;
|
75
|
ποιος
|
|
who / which (interrogative pronoun, masculine, singular, nominative)
Ποιος τηλεφώνησε;
|
76
|
ποια
|
|
who / which (interrogative pronoun, feminine, singular and neuter
plural)
Ποια είναι η αδελφή σου;
|
77
|
ποιο
|
|
who / which
(interrogative pronoun, neuter, singular, nominative, accusative)
Ποιο είναι το δικό σου βιβλίο;
|
78
|
πόσο
|
|
how much (adverb or interrogative pronoun neuter, singular,
nominative and accusative) - Πόσο
κάνει αυτή η τσάντα;
|
79
|
πόσα
|
|
how much / many (interrogative pronoun, neuter, plural, nominative and
accusative) -
Πόσα αυγά
βάζεις στο κέικ;
|
80
|
πόση
|
|
how much (interrogative pronoun feminine, singular,
nominative and accusative)
Πόση ζάχαρη βάζεις στον καφέ σου;
|
81
|
πόσος
|
|
how much (interrogative pronoun masculine, singular,
nominative)
Πόσος καφές χρειάζεται για το τιραμισού;
|
82
|
πόσοι
|
|
how much / many (interrogative pronoun masculine, plural,
nominative)
Πόσοι φοίνικες υπάρχουν στον Εθνικό Κήπο;
|
83
|
πόσες
|
|
how much (interrogative
pronoun feminine, plural, nominative and accusative)
Πόσες ώρες δουλεύεις την εβδομάδα;
|
84
|
πόσο(ν)
|
|
how much (interrogative
pronoun masculine, singular, accusative)
Πόσο(ν) καιρό μελετάς Ελληνικά;
|
85
|
πόσους
|
|
how much /many (interrogative
pronoun masculine, plural, accusative)
Πόσους φίλους έχεις;
|
86
|
καλά
|
|
well - Είσαι καλά;
|
87
|
κάτι
|
|
something – Είπες κάτι;
|
88
|
τίποτα
|
|
nothing – Δεν μου είπε τίποτα για την υπόθεσή
μας.
|
89
|
εντάξει
|
|
ok – Θα συναντηθούμε στις 7. Εντάξει;
|
90
|
πρωί
|
|
morning – Αύριο το πρωί φεύγω διακοπές.
|
91
|
μεσημέρι
|
|
noon / early afternoon (12:00-15:30)
To μεσημέρι δεν θα έλθω σπίτι.
|
92
|
απόγευμα
|
|
afternoon (16:00-19:00) - Θα σε δω το απόγευμα.
|
93
|
βράδυ
|
|
evening – Θα σε δω το βράδυ, στο σπίτι.
|
94
|
τότε
|
|
then - …και τότε κατάλαβα τι εννοούσε!
|
95
|
πιο
|
|
more – Πιο καλά περνάω σπίτι!
|
96
|
πια
|
|
anymore – Δεν μπορώ να σε ακούω άλλο πιά!
|
97
|
σήμερα
|
|
today – Σήμερα
το απόγευμα θα πάω στο γιατρό.
|
98
|
χθες
|
|
yesterday – Χθες δεν πήγα στη δουλειά. Ήμουν
άρρωστη.
|
99
|
αύριο
|
|
tomorrow – Θα σε δω αύριο, στο γραφείο.
|
100
|
ώρα
|
|
hour / time - Πόση ώρα
είσαι εδώ;
Τι ώρα θα συναντηθούμε το βράδυ;
|
ELC Language Centre, 209 Faron Street, 24132 Kalamata, Greece - Tel:(+30) 27210 25151
Pages
▼
No comments:
Post a Comment